- ἐπιγραμμάτιον
- ἐπιγραμμάτιονneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επιγραμμάτιον — ἐπιγραμμάτιον, το (Α) μικρό επίγραμμα. [ΕΤΥΜΟΛ. Υποκοριστικό τού επίγραμμα με την υποκοριστική κατάλ. ιον] … Dictionary of Greek
τοὐπιγραμμάτιον — ἐπιγραμμάτιον , ἐπιγραμμάτιον neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιγραμματίοις — ἐπιγραμμάτιον neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιγραμματίων — ἐπιγραμμάτιον neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιγραμματίῳ — ἐπιγραμμάτιον neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)